Το πρόβλημα του brain drain συνεχίζεται στη χώρα μας, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση των μνημονίων, την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, την αύξηση των μισθών και τη μείωση της ανεργίας. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα ανάλυσης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών (ΕΝΑ), για το φαινόμενο που ταλανίζει τη Ελλάδα από το 2010.
Η ενδιαφέρουσα ανάλυση του ΕΝΑ είναι η ακόλουθη:
Ο όρος brain drain (διαρροή εγκεφάλων) περιγράφει την έξοδο νέων και μορφωμένων ανθρώπων από μια χώρα προς αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό. Πρόκειται για ιδιαίτερα αρνητικό φαινόμενο καθώς στερεί ανθρώπινο κεφάλαιο από τη χώρα προέλευσης και υπονομεύει τις παραγωγικές της δυνατότητες.
Ο όρος μπήκε στην ελληνική δημόσια συζήτηση στη διάρκεια των μνημονίων όπου η αύξηση της ανεργίας και οι μειώσεις των εισοδημάτων οδήγησαν πολλούς ανθρώπους στην οικονομική μετανάστευση. Η πρώτη ουσιαστική ανάλυση για το ελληνικό brain drain έγινε το 2011 από τον Λ. Λαμπριανίδη και ακολούθησαν το 2013 οι L. Labrianidis & N. Vogiatzis και το 2016 οι L. Labrianidis & M. Pratsinakis και η Σ. Λαζαρέτου. Το 2021 το Iνστιτούτο ΕΝΑ οργάνωσε συζήτηση με τίτλο «Το Brain Drain & πώς να το αντιστρέψουμε» και το 2023 ο Λ. Λαμπριανίδης δημοσίευσε σχετικό κείμενο εργασίας.
Οι εργασίες που αναφέρθηκαν παραπάνω αναλύουν πολλές πλευρές του φαινομένου. Το μοναδικό ερώτημα που θα εξετάσουμε εδώ είναι αν το φαινόμενο έχει υποχωρήσει μετά το τέλος των μνημονίων ή όχι.
Για να το κάνουμε αυτό, θα δούμε τον αριθμό των ανθρώπων που εγκατέλειψαν τη χώρα, τόσο κατά την περίοδο των μνημονίων (2010-18) όσο και στην επόμενη περίοδο (2019-22). Τα στοιχεία που θα χρησιμοποιήσουμε προέρχονται από τη Eurostat και αφορούν τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, δηλαδή τις ηλικίες 15-64 ετών που διακρίνονται σε τρεις ηλικιακές ομάδες, 15-24 ετών, 25-44 ετών και 45-64 ετών. Δυστυχώς, τα συγκεκριμένα στοιχεία δεν περιλαμβάνουν το μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού.
Το πρώτο ενδιαφέρον στοιχείο είναι το σύνολο του πληθυσμού που έχει εγκαταλείψει τη χώρα από το 2010 και μετά που δείχνει το διάγραμμα 1.
Όπως βλέπουμε, στην 9ετή περίοδο των μνημονίων 2010-18 εγκατέλειψαν τη χώρα συνολικά 796.191 άνθρωποι που ανήκουν στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό. Από αυτούς, οι 162.591 ήταν ηλικίας 15-24 ετών, οι 472.657 ηλικίας 25-44 ετών και οι 160.943 ηλικίας 45-64 ετών. Είναι σαφές ότι το σχεδόν το 60% των ανθρώπων που μετανάστευσαν στην περίοδο των μνημονίων βρίσκεται στην ενδιάμεση και πιο παραγωγική ηλικιακή κατηγορία των 25-44 ετών.
Πόσο άλλαξε αυτό στα χρόνια μετά το μνημόνιο; Στην 4ετία 2019-22, εγκατέλειψαν τη χώρα συνολικά 283.801 άνθρωποι που ανήκουν στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό. Οι 71.467 ήταν ηλικίας 15-24 ετών, οι 161.023 ηλικίας 25-44 ετών και οι 51.311 ηλικίας 45-64 ετών. Και πάλι το μεγαλύτερο ποσοστό (περίπου 58%) ανήκει στην ενδιάμεση ηλικιακή κατηγορία των 25-44 ετών.
Για να έχουμε, τέλος, μια συνολική αίσθηση του φαινομένου, από το 2010 μέχρι το 2022, έχουν εγκαταλείψει τη χώρα 1.079.992 άνθρωποι από τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό εκ των οποίων οι 234.058 ήταν ηλικίας 15-24 ετών, οι 633.680 ηλικίας 25-44 ετών και οι 212.254 ηλικίας 45-64 ετών.
Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία, ο αριθμός των ανθρώπων που εγκατέλειψαν τη χώρα στην περίοδο των μνημονίων ήταν πολύ υψηλότερος από τον αριθμό των ανθρώπων που την εγκατέλειψαν μετά. Όμως τα συνολικά μεγέθη δεν είναι κατάλληλα για τη σύγκριση των δύο περιόδων αφού περιλαμβάνουν διαφορετικό αριθμό ετών. Για να συγκρίνουμε πρέπει να εξετάσουμε τη μέση ετήσια μετανάστευση, δηλαδή πόσοι εγκατέλειπαν τη χώρα κάθε χρόνο. Αυτό φαίνεται στο διάγραμμα 2.
Εδώ βλέπουμε μια κάπως διαφορετική εικόνα. Η μέση ετήσια μετανάστευση στην ηλικιακή κατηγορία 15-24 έχει μειωθεί ανεπαίσθητα από 18.066 άτομα στην περίοδο 2010-18 σε 17.867 άτομα στην περίοδο 2019-22. Στην ηλικιακή κατηγορία 25-44 η μείωση της μέσης ετήσιας μετανάστευσης είναι μεγαλύτερη, από 52.517 άτομα στην περίοδο 2010-18 σε 40.256 στην περίοδο 2019-22. Τέλος, στην ηλικιακή κατηγορία 45-64 η μέση ετήσια μετανάστευση έχει μειωθεί από 17.883 άτομα στην περίοδο 2010-18 σε 12.828 άτομα στην περίοδο 2019-22.
Το συμπέρασμα του διαγράμματος 2 είναι πως πολλοί νέοι άνθρωποι συνεχίζουν να εγκαταλείπουν τη χώρα, αν και σε μειωμένο βαθμό. Και πάλι ωστόσο η σύγκριση μεταξύ των περιόδων δεν είναι απόλυτα ακριβής καθώς δεν έχει λάβει υπόψη τις μεταβολές του πληθυσμού. Αν λοιπόν χρησιμοποιήσουμε τα πληθυσμιακά στοιχεία της Eurostat, μπορούμε να υπολογίσουμε το μέσο ετήσιο ποσοστό μετανάστευσης, δηλαδή το ποσοστό του πληθυσμού κάθε ηλικιακής κατηγορίας που μεταναστεύει κάθε χρόνο. Αυτό φαίνεται στο διάγραμμα 3.
Είναι σαφές ότι το μέσο ποσοστό μετανάστευσης της ηλικιακής κατηγορίας 15-24 ετών έχει αυξηθεί μεταξύ των δύο περιόδων από 1,58% σε 1,64%, της ηλικιακής κατηγορίας 25-44 ετών έχει μειωθεί από 1,71% σε 1,51% και της ηλικιακής κατηγορίας 45-64 ετών έχει μειωθεί από 0,62% σε 0,43%. Για λόγους συγκρισιμότητας αξίζει να σημειωθεί ότι το μέσο ποσοστό μετανάστευσης πριν τα μνημόνια, δηλαδή στη διετία 2008-9, ήταν 0,72% για την ηλικιακή κατηγορία 15-24, 0,68% για την ηλικιακή κατηγορία 25-44 και 0,2% για την ηλικιακή κατηγορία 45-64.
Συμπερασματικά, το πρόβλημα του brain drain συνεχίζεται στη χώρα μας, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση των μνημονίων, την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, την αύξηση των μισθών και τη μείωση της ανεργίας. Το πρόβλημα ίσως να μην είναι τόσο σοβαρό για τη χαμηλότερη ηλικιακή κατηγορία των 15-24 ετών αφού κάποια άτομα αυτής της κατηγορίας μπορεί να φεύγουν από τη χώρα για σπουδές με προοπτική να επιστρέψουν. Το σοβαρό πρόβλημα αφορά τη δεύτερη κατηγορία, 25-44 ετών, που είναι στην πιο παραγωγική ηλικία.
Αυτοί οι νέοι άνθρωποι συνεχίζουν να εγκαταλείπουν τη χώρα, με κάπως μικρότερο ρυθμό συγκριτικά με την περίοδο των μνημονίων αλλά σαφώς μεγαλύτερο ρυθμό συγκριτικά με την περίοδο πριν τα μνημόνια. Η αποχώρησή τους δεν στερεί μόνο πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο από την ελληνική οικονομία αλλά συνιστά άλλη μια απόδειξη ότι οι απώλειες που υπέστη η ελληνική οικονομία στη διάρκεια των μνημονίων είχαν μακροχρόνιες συνέπειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου