Η ουρανομήκης ανοησία που εκστόμισε για τον «λυπημένο Καρυωτάκη» η - προβαλλόμενη και ως «διανοούμενη» - υποψήφια ευρωβουλευτής της ΝΔ κ. Φλέσσα, είναι ενδεικτική όχι μόνο της ελαφρότητας με την οποία πολιτεύονται ορισμένοι/ες προς άγραν ψήφων από συγκεκριμένα, κάθε φορά, ακροατήρια αλλά και της απίστευτης άγνοιας που έχουν για πράγματα στα οποία υποτίθεται ότι εντρυφούν (η κ. Φλέσσα παρουσίαζε επί χρόνια εκπομπή συνεντεύξεων με προσωπικότητες των γραμμάτων, της επιστήμης, των τεχνών και της φιλοσοφίας, ενώ στο βιογραφικό της βλέπουμε, επί πλέον, πως έχει σπουδάσει… Φιλολογία στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο).
Η κ. Φλέσσα φαίνεται, λοιπόν, να αγνοεί, εκτός πολλών άλλων, πως ο Κώστας Καρυωτάκης βρέθηκε στην Πρέβεζα, στον τόπο που θα βάλει τέλος στη ζωή του στις 21 Ιουλίου του 1928, με δυσμενή μετάθεση, λόγω της έντονης συνδικαλιστικής του δράσης και της οξείας κριτικής που ασκούσε σε πλευρές της δημόσιας διοίκησης. Ο Καρυωτάκης ενεπλάκη ενεργά στους συνδικαλιστικούς αγώνες της εποχής του, σε μια περίοδο εξαιρετικά αντίξοη για την συνδικαλιστική δράση στο δημόσιο, δράση που συχνά προκαλούσε υπηρεσιακές αναφορές, δυσμενείς μεταθέσεις, ακόμα και απόλυση.
Το Δεκέμβριο του 1925 η δικτατορία του Πάγκαλου προχώρησε στην άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, η οποία είχε κατοχυρωθεί με το Σύνταγμα του 1911. Ανάμεσα στους απολυμένους δημοσίους υπαλλήλους συγκαταλέγονται ο Δ. Γληνός, ο Κ. Βάρναλης κ.ά. Ωστόσο, το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα δεν υποχωρεί. Στις 2 Μαΐου 1926 γίνεται στην Αθήνα το ιδρυτικό Συνέδριο της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων Ελλάδος (ΣΔΥΕ), ενώ στις 23 Μαρτίου 1927 πραγματοποιείται μεγάλη συγκέντρωση των δημοσίων υπαλλήλων, πρωτοφανής για τα δεδομένα της εποχής. Μεταξύ των διεκδικήσεων είναι η απελευθέρωση του Γενικού Γραμματέα της ΣΔΥΕ, ο οποίος είχε συλληφθεί λίγες ημέρες νωρίτερα σε άλλη διαδήλωση.
Στις 29 Δεκεμβρίου 1927 πραγματοποιείται η πρώτη απεργιακή κινητοποίηση των δημοσίων υπαλλήλων με την προκήρυξη δίωρης στάσης εργασίας. Ανάμεσα στα αιτήματα που προβάλλουν, κυρίαρχη θέση κατέχει η αύξηση των πενιχρών μισθών και – άκουσον άκουσον – η καθιέρωση 13ου μισθού! Του ίδιου που κερδήθηκε τελικά μερικά χρόνια αργότερα, για να καταργηθεί (μαζί με τον 14ο) στο πλαίσιο των άγριων περικοπών που επέβαλαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις στα πρώτα χρόνια της κρίσης και ξαναγίνεται αίτημα του δημοσιοϋπαλληλικού κόσμου 92 χρόνια μετά…
Στο κλίμα αυτό, της έντασης των δημοσιοϋπαλληλικών διεκδικήσεων και της σωματειακής οργάνωσης των υπαλλήλων, ο Καρυωτάκης εκλέχθηκε, τον Ιανουάριου του 1928, Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Δημοσίων Υπαλλήλων της Αθήνας και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του αγώνα, μαχόμενος για μια χρηστή διοίκηση, για το δικαίωμα στην απεργία και για περιστολή της δημόσιας σπατάλης.
Με την συνδικαλιστική του ιδιότητα γράφει στην εφημερίδα «Η Ελληνική», στις 8 Φεβρουαρίου 1928, «…Εις την ατμόσφαιραν αυτήν του κομματισμού και της συναλλαγής οι χρηστοί υπάλληλοι ασφυκτιούν […]. Το πνεύμα της εποχής -ύλη και βία- πληροί τους θαλάμους των υπουργείων. Ο είς μετά τον άλλον οι ευσυνείδητοι υπάλληλοι υποχωρούν ή υποκύπτουν εις την διαφθοράν. Επί νέων βάσεων γίνεται η υπηρεσιακή αγωγή. Οι αφελείς, όσοι επίστευσαν ότι θα εργασθούν τιμίως, με γνώμονα το κοινόν συμφέρον, σύμφωνα με τον όρκον που έδωσαν, πληροφορούνται ότι άλλος είναι ο προορισμός των. Σπασμωδικαί ενέργειαι, αντιφατικαί αποφάσεις, υπό την πίεσιν σήμερον του ενός και αύριον του άλλου ισχυρού, ατελεύτητος σειρά χαριστικών πράξεων του δημοσίου χρήματος, ιδού το σύνηθες περιεχόμενον της κρατικής επιταγής».
Ως απάντηση στην αγωνιστική αντίδραση των δημοσίων υπαλλήλων η κυβέρνηση ψηφίζει τον Νόμο 3453/12-3-1928 «περί απεργούντων Δημοσίων Υπαλλήλων» και εξαπολύει κύμα διώξεων κατά των συνδικαλιστικών στελεχών. Είναι ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο που μετατίθεται «δυσμενώς» στην Πρέβεζα, ο ποιητής και Γενικός Γραμματέας της Ένωσης των Δημοσίων Υπαλλήλων Αθήνας Κώστας Καρυωτάκης.
Αυτά – και άλλα πολλά - δεν τα γνωρίζει η κ. Φλέσσα. Μάλλον δεν θα ήθελε καν να τα ξέρει. Όπως δεν θα θελε να ξέρει πως ειδικά ο Καρυωτάκης βρέθηκε στο στόχαστρο κύκλων του υπουργείου Υγιεινής, Προνοίας και Αντιλήψεως όπου δούλευε, ακόμη και του ίδιου του υπουργού Μιχάλη Κύρκου (του πατέρα του Λεωνίδα και παππού του Μίλτου Κύρκου, σημερινού ευρωβουλευτή του Ποταμιού…). Βλέπετε, ο Κ. Καρυωτάκης ήταν από εκείνο το είδος των συνδικαλιστών του δημοσίου που όχι μόνο αρνούνται πεισματικά να ενταχθούν σε κομματικές κλίκες και σε ποικιλώνυμους μηχανισμούς εξουσίας αλλά, επιπλέον, τολμούν να θίξουν τα κακώς κείμενα, να αποκαλύψουν και να καταγγείλουν οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα, να συγκρουστούν με συμφέροντα.
Λόγω της θέσης που κατείχε, ο Καρυωτάκης είχε άμεση γνώση της σκανδαλώδους διαχείρισης των κονδυλίων της διεθνούς οικονομικής βοήθειας για την αποκατάσταση των προσφύγων που κατέκλυσαν τη χώρα μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Είχε ενοχλήσει την ιεραρχία με αναφορές διαμαρτυρίας, ενώ ορισμένα δημοσιεύματα, άλλα με την υπογραφή του και άλλα με ψευδώνυμα, που αποκαλύπταν τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, οδήγησαν στην στοχοποίησή του. Δέχτηκε έγγραφες επιπλήξεις για διάφορα ασήμαντα παραπτώματα, μειώσεις μισθού και απειλές, μετατέθηκε αυθαίρετα στην Πάτρα και δύο μήνες αργότερα στην Πρέβεζα. Ο στόχος των διωκτών του προφανής: η πολιτική και προσωπική του εξόντωση! Άλλωστε, ούτε η απομάκρυνσή του από την Αθήνα ήταν αρκετά ικανοποιητική για όσους σχεδίαζαν την οριστική του απόλυση. Έτσι, στήθηκε παράλληλα και μια σκευωρία σε βάρος του ενοχλητικού συνδικαλιστή Καρυωτάκη με τη διατύπωση μιας χαλκευμένης κατηγορίας εναντίον του, δημιουργώντας μια ασφυκτική κατάσταση τις τελευταίες μέρες της ζωής του.
Η κ. Φλέσσα και οι όμοιοί της, οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι και τα πραγματικά αφεντικά τους δεν θέλουν να τα ξέρουν αυτά. Γιατί τους θυμίζουν άλλα πράγματα, διαχρονικά «οικεία κακά» που προτιμούν να «ξεχνούν». Δε ξέρουν γιατί ήταν «λυπημένος» ο Καρυωτάκης, όπως και δεν θα καταλάβουν ποτέ τι εννοούσε ο ποιητής όταν έγραφε:
"Βέβαια. Έπρεπε να σκύψω μπροστά στον ένα και, χαϊδεύοντας ηδονικά το μαύρο σεβιότ - παφ, παφ, παφ, παφ -, «έχετε λίγη σκόνη» να είπω «κύριε Aλφα».
Ύστερα έπρεπε να περιμένω στη γωνιά, κι όταν αντίκριζα την κοιλιά του άλλου, αφού θα 'χα επί τόσα χρόνια παρακολουθήσει τα αισθήματα και το σφυγμό της, να σκύψω άλλη μια φορά και να ψιθυρίσω εμπιστευτικά: «Ωχ, αυτός ο Αλφα, κύριε Βήτα...»
Έπρεπε πίσω από τα γυαλιά του Γάμμα, να καραδοκώ την ιλαρή ματιά του. Αν μου την εχάριζε, να ξεδιπλωσω το καλύτερο χαμόγελό μου και να τη δεχθώ όπως σε μανδύα ιππότου ένα βασιλικό βρέφος. Αν όμως αργούσε, να σκύψω για τρίτη φορά γεμάτος συντριβή και ν' αρθρώσω: «Δούλος σας, κύριε μου».
Αλλά πρώτα πρώτα έπρεπε να μείνω στη σπείρα του Δέλτα. Εκεί η ληστεία γινόταν υπό λαμπρούς, διεθνείς οιωνούς, μέσα σε πολυτελή γραφεία. […]
Έπρεπε να σκύψω, να σκύψω, να σκύψω. Τόσο που η μύτη μου να ενωθεί με τη φτέρνα μου. Έτσι βολικά κουλουριασμένος, να κυλώ και να φθάσω.
Κανάγιες!
Το ψωμί της εξορίας με τρέφει".[…]
(Κάθαρσις, 1928)
Ίσως, βέβαια, ενδόμυχα κι ανομολόγητα, όλοι αυτοί να αισθάνονται πως τους αφορά η ύστατη ελπίδα και απειλή που μοιάζει να άφησε στους θύτες του ο ενοχλητικός ποιητής και συνδικαλιστής Καρυωτάκης: «Και σε βασανισμένα στήθη χωρικών βλέπω να δυναμώνει η πνοή που θα σας σαρώσει». Αν έτσι είναι, έχουν δίκιο!
Η κ. Φλέσσα φαίνεται, λοιπόν, να αγνοεί, εκτός πολλών άλλων, πως ο Κώστας Καρυωτάκης βρέθηκε στην Πρέβεζα, στον τόπο που θα βάλει τέλος στη ζωή του στις 21 Ιουλίου του 1928, με δυσμενή μετάθεση, λόγω της έντονης συνδικαλιστικής του δράσης και της οξείας κριτικής που ασκούσε σε πλευρές της δημόσιας διοίκησης. Ο Καρυωτάκης ενεπλάκη ενεργά στους συνδικαλιστικούς αγώνες της εποχής του, σε μια περίοδο εξαιρετικά αντίξοη για την συνδικαλιστική δράση στο δημόσιο, δράση που συχνά προκαλούσε υπηρεσιακές αναφορές, δυσμενείς μεταθέσεις, ακόμα και απόλυση.
Το Δεκέμβριο του 1925 η δικτατορία του Πάγκαλου προχώρησε στην άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, η οποία είχε κατοχυρωθεί με το Σύνταγμα του 1911. Ανάμεσα στους απολυμένους δημοσίους υπαλλήλους συγκαταλέγονται ο Δ. Γληνός, ο Κ. Βάρναλης κ.ά. Ωστόσο, το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα δεν υποχωρεί. Στις 2 Μαΐου 1926 γίνεται στην Αθήνα το ιδρυτικό Συνέδριο της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων Ελλάδος (ΣΔΥΕ), ενώ στις 23 Μαρτίου 1927 πραγματοποιείται μεγάλη συγκέντρωση των δημοσίων υπαλλήλων, πρωτοφανής για τα δεδομένα της εποχής. Μεταξύ των διεκδικήσεων είναι η απελευθέρωση του Γενικού Γραμματέα της ΣΔΥΕ, ο οποίος είχε συλληφθεί λίγες ημέρες νωρίτερα σε άλλη διαδήλωση.
Στις 29 Δεκεμβρίου 1927 πραγματοποιείται η πρώτη απεργιακή κινητοποίηση των δημοσίων υπαλλήλων με την προκήρυξη δίωρης στάσης εργασίας. Ανάμεσα στα αιτήματα που προβάλλουν, κυρίαρχη θέση κατέχει η αύξηση των πενιχρών μισθών και – άκουσον άκουσον – η καθιέρωση 13ου μισθού! Του ίδιου που κερδήθηκε τελικά μερικά χρόνια αργότερα, για να καταργηθεί (μαζί με τον 14ο) στο πλαίσιο των άγριων περικοπών που επέβαλαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις στα πρώτα χρόνια της κρίσης και ξαναγίνεται αίτημα του δημοσιοϋπαλληλικού κόσμου 92 χρόνια μετά…
Στο κλίμα αυτό, της έντασης των δημοσιοϋπαλληλικών διεκδικήσεων και της σωματειακής οργάνωσης των υπαλλήλων, ο Καρυωτάκης εκλέχθηκε, τον Ιανουάριου του 1928, Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Δημοσίων Υπαλλήλων της Αθήνας και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του αγώνα, μαχόμενος για μια χρηστή διοίκηση, για το δικαίωμα στην απεργία και για περιστολή της δημόσιας σπατάλης.
Με την συνδικαλιστική του ιδιότητα γράφει στην εφημερίδα «Η Ελληνική», στις 8 Φεβρουαρίου 1928, «…Εις την ατμόσφαιραν αυτήν του κομματισμού και της συναλλαγής οι χρηστοί υπάλληλοι ασφυκτιούν […]. Το πνεύμα της εποχής -ύλη και βία- πληροί τους θαλάμους των υπουργείων. Ο είς μετά τον άλλον οι ευσυνείδητοι υπάλληλοι υποχωρούν ή υποκύπτουν εις την διαφθοράν. Επί νέων βάσεων γίνεται η υπηρεσιακή αγωγή. Οι αφελείς, όσοι επίστευσαν ότι θα εργασθούν τιμίως, με γνώμονα το κοινόν συμφέρον, σύμφωνα με τον όρκον που έδωσαν, πληροφορούνται ότι άλλος είναι ο προορισμός των. Σπασμωδικαί ενέργειαι, αντιφατικαί αποφάσεις, υπό την πίεσιν σήμερον του ενός και αύριον του άλλου ισχυρού, ατελεύτητος σειρά χαριστικών πράξεων του δημοσίου χρήματος, ιδού το σύνηθες περιεχόμενον της κρατικής επιταγής».
Ως απάντηση στην αγωνιστική αντίδραση των δημοσίων υπαλλήλων η κυβέρνηση ψηφίζει τον Νόμο 3453/12-3-1928 «περί απεργούντων Δημοσίων Υπαλλήλων» και εξαπολύει κύμα διώξεων κατά των συνδικαλιστικών στελεχών. Είναι ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο που μετατίθεται «δυσμενώς» στην Πρέβεζα, ο ποιητής και Γενικός Γραμματέας της Ένωσης των Δημοσίων Υπαλλήλων Αθήνας Κώστας Καρυωτάκης.
Αυτά – και άλλα πολλά - δεν τα γνωρίζει η κ. Φλέσσα. Μάλλον δεν θα ήθελε καν να τα ξέρει. Όπως δεν θα θελε να ξέρει πως ειδικά ο Καρυωτάκης βρέθηκε στο στόχαστρο κύκλων του υπουργείου Υγιεινής, Προνοίας και Αντιλήψεως όπου δούλευε, ακόμη και του ίδιου του υπουργού Μιχάλη Κύρκου (του πατέρα του Λεωνίδα και παππού του Μίλτου Κύρκου, σημερινού ευρωβουλευτή του Ποταμιού…). Βλέπετε, ο Κ. Καρυωτάκης ήταν από εκείνο το είδος των συνδικαλιστών του δημοσίου που όχι μόνο αρνούνται πεισματικά να ενταχθούν σε κομματικές κλίκες και σε ποικιλώνυμους μηχανισμούς εξουσίας αλλά, επιπλέον, τολμούν να θίξουν τα κακώς κείμενα, να αποκαλύψουν και να καταγγείλουν οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα, να συγκρουστούν με συμφέροντα.
Λόγω της θέσης που κατείχε, ο Καρυωτάκης είχε άμεση γνώση της σκανδαλώδους διαχείρισης των κονδυλίων της διεθνούς οικονομικής βοήθειας για την αποκατάσταση των προσφύγων που κατέκλυσαν τη χώρα μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Είχε ενοχλήσει την ιεραρχία με αναφορές διαμαρτυρίας, ενώ ορισμένα δημοσιεύματα, άλλα με την υπογραφή του και άλλα με ψευδώνυμα, που αποκαλύπταν τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, οδήγησαν στην στοχοποίησή του. Δέχτηκε έγγραφες επιπλήξεις για διάφορα ασήμαντα παραπτώματα, μειώσεις μισθού και απειλές, μετατέθηκε αυθαίρετα στην Πάτρα και δύο μήνες αργότερα στην Πρέβεζα. Ο στόχος των διωκτών του προφανής: η πολιτική και προσωπική του εξόντωση! Άλλωστε, ούτε η απομάκρυνσή του από την Αθήνα ήταν αρκετά ικανοποιητική για όσους σχεδίαζαν την οριστική του απόλυση. Έτσι, στήθηκε παράλληλα και μια σκευωρία σε βάρος του ενοχλητικού συνδικαλιστή Καρυωτάκη με τη διατύπωση μιας χαλκευμένης κατηγορίας εναντίον του, δημιουργώντας μια ασφυκτική κατάσταση τις τελευταίες μέρες της ζωής του.
Η κ. Φλέσσα και οι όμοιοί της, οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι και τα πραγματικά αφεντικά τους δεν θέλουν να τα ξέρουν αυτά. Γιατί τους θυμίζουν άλλα πράγματα, διαχρονικά «οικεία κακά» που προτιμούν να «ξεχνούν». Δε ξέρουν γιατί ήταν «λυπημένος» ο Καρυωτάκης, όπως και δεν θα καταλάβουν ποτέ τι εννοούσε ο ποιητής όταν έγραφε:
"Βέβαια. Έπρεπε να σκύψω μπροστά στον ένα και, χαϊδεύοντας ηδονικά το μαύρο σεβιότ - παφ, παφ, παφ, παφ -, «έχετε λίγη σκόνη» να είπω «κύριε Aλφα».
Ύστερα έπρεπε να περιμένω στη γωνιά, κι όταν αντίκριζα την κοιλιά του άλλου, αφού θα 'χα επί τόσα χρόνια παρακολουθήσει τα αισθήματα και το σφυγμό της, να σκύψω άλλη μια φορά και να ψιθυρίσω εμπιστευτικά: «Ωχ, αυτός ο Αλφα, κύριε Βήτα...»
Έπρεπε πίσω από τα γυαλιά του Γάμμα, να καραδοκώ την ιλαρή ματιά του. Αν μου την εχάριζε, να ξεδιπλωσω το καλύτερο χαμόγελό μου και να τη δεχθώ όπως σε μανδύα ιππότου ένα βασιλικό βρέφος. Αν όμως αργούσε, να σκύψω για τρίτη φορά γεμάτος συντριβή και ν' αρθρώσω: «Δούλος σας, κύριε μου».
Αλλά πρώτα πρώτα έπρεπε να μείνω στη σπείρα του Δέλτα. Εκεί η ληστεία γινόταν υπό λαμπρούς, διεθνείς οιωνούς, μέσα σε πολυτελή γραφεία. […]
Έπρεπε να σκύψω, να σκύψω, να σκύψω. Τόσο που η μύτη μου να ενωθεί με τη φτέρνα μου. Έτσι βολικά κουλουριασμένος, να κυλώ και να φθάσω.
Κανάγιες!
Το ψωμί της εξορίας με τρέφει".[…]
(Κάθαρσις, 1928)
Ίσως, βέβαια, ενδόμυχα κι ανομολόγητα, όλοι αυτοί να αισθάνονται πως τους αφορά η ύστατη ελπίδα και απειλή που μοιάζει να άφησε στους θύτες του ο ενοχλητικός ποιητής και συνδικαλιστής Καρυωτάκης: «Και σε βασανισμένα στήθη χωρικών βλέπω να δυναμώνει η πνοή που θα σας σαρώσει». Αν έτσι είναι, έχουν δίκιο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου