15 Φεβ 2010

Τα αποκαλυπτήρια του συστήματος

Μια συνέντευξη στον Ιό της Ελευθεροτυπίας


Με καθαρές τοποθετήσεις και πειστικές απαντήσεις, ο Γ. Δραγασάκης και ο Γ. Μηλιός δίνουν το περίγραμμα μιας ρεαλιστικής και κοινωνικά δικαιότερης οικονομικής πολιτικής, που προϋποθέτει απλώς το να μη «χρωστάει κανείς σε κανέναν»
Στιγμιότυπο από τη συζήτηση στο γραφείο του «Ιού».Στιγμιότυπο από τη συζήτηση στο γραφείο του «Ιού».Μήνες τώρα, ο πρωθυπουργός και το οικονομικό επιτελείο του ακούνε... φωνές από παντού. Φωνές πολιτικών σχολιαστών, προπαγανδιστών, επιχειρηματιών, ιεραρχών, χρηματιστών, φοροφυγάδων, ειδικών, οικονομολόγων, αυτόκλητων σωτήρων της Ελλάδας από τα πέρατα του κόσμου. Ακούνε και φωνές εργαζομένων, αγροτών, συνδικαλιστών, συνταξιούχων, κομμάτων, στελεχών και πολιτών. Ακούνε φωνές αλλά και ξεφωνητά, ακόμα και κραυγές απόγνωσης. Ηδη όμως προδιαγράφεται στον ορίζοντα το ποιες φωνές θα εισακουστούν τελικά.
Τα σημερινά μέτρα και η προσπάθεια στήριξης από τα δεξιά με παζάρια και ποσοστώσεις ακόμα και στις διαφημισμένες ιθαγένειες των μεταναστών οριοθετούν ήδη το ζοφερό πλαίσιο των κυβερνητικών επιλογών. Τα παρακάλια στους πατριώτες «μετανάστες» κερδοσκόπους επενδυτές και στους ισχυρούς της Ε.Ε. δεν προοιωνίζονται κοινωνική δικαιοσύνη. Οσο για τις φωνές από τα αριστερά, που προεκλογικά άκουγε προσεκτικά ο πρωθυπουργός, τώρα τις καλεί να σωπάσουν! Δύο τέτοιες, του Γιάννη Δραγασάκη και του Γιάννη Μηλιού, που ειδικεύονται στα θέματα της οικονομίας, φιλοξενεί σήμερα η στήλη.
Ο Γιάννης Δραγασάκης απάντησε στο ερώτημα πώς μια θεωρητική πιθανότητα χρεοκοπίας της Ελλάδας έφτασε να θεωρείται σήμερα πραγματικότητα, αποδίδοντας τις αιτίες τόσο σε υπαρκτά προβλήματα όσο και σχεδιασμούς και σε συμπτώσεις που οδήγησαν τα πράγματα εκτός ελέγχου.
«Το οικονομικό μοντέλο, το καθεστώς συσσώρευσης στην Ελλάδα παρήγαγε μεν κέρδη, αλλά παρήγαγε και ελλείμματα και μεγάλη ανεργία. Η επίσημη ανεργία, ακόμα και τη δεκαετία της οικονομικής μεγέθυνσης, δεν έπεσε κάτω από το 10%. Η παραγωγή πλούτου μοιραζόταν άνισα, ενώ συνεχώς αυξανόταν το χρέος. Το σύστημα, για να μπορεί να ισορροπεί και να παράγει, είχε ανάγκη από ολοένα και περισσότερο δανεισμό ως ποσοστό του εθνικού εισοδήματος. Εξασφάλιζε βέβαια υψηλή κερδοφορία στους επενδυτές. Δεν είχαμε δηλαδή μια συνήθη κρίση παραγωγής αλλά κρίση αναπαραγωγής, με ολοένα και δυσμενέστερους όρους για την κοινωνία».
Η κρίση φώναζε, τα χρέη σιωπούσαν
Οπως επισήμανε ο Γ. Δ. φτάσαμε για κάθε ευρώ αύξησης του εθνικού εισοδήματος να αυξάνεται 2,5 ευρώ ο δανεισμός -δημόσιος και ιδιωτικός- και αυτό οδηγούσε μαθηματικά σε κρίση βιωσιμότητας. Αυτός ο κίνδυνος από μακροπρόθεσμος έγινε άμεσος εξαιτίας των τριών παραγόντων που αναφέρονται στη συνέχεια.
Γ. Δ.: «Πιο ακριβές είναι να μιλάμε για κρίση χρέους παρά για χρεοκοπία. Η κρίση του χρέους έχει πάντα μια σχετική αυτονομία σε σχέση με την πραγματική οικονομία, καθώς είναι εξαιρετικά ευαίσθητη σε εξωγενείς παράγοντες. Ερχόμαστε λοιπόν στο φθινόπωρο του 2009, όπου έχουμε τα εξής γεγονότα. Ο πρώτος παράγοντας λοιπόν είναι ότι η παγκόσμια κρίση μπαίνει στο τρίτο στάδιο. Το πρώτο στάδιο ήταν κυρίως χρηματοπιστωτικής μορφής, το δεύτερο η κρίση παραγωγής και απασχόλησης και το τρίτο, στο οποίο έχουμε μπει τώρα, η κρίση χρέους κρατών, επιχειρήσεων και ιδιωτών. Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτείται με την κρίση του Ντουμπάι, κι αυτός είναι ο δεύτερος παράγοντας.
»Τότε τα επιτόκια δανεισμού και τα λεγόμενα spreads ανεβαίνουν για όλους. Ομως εκτινάσσονται ασύμμετρα σε βάρος των πιο αδύνατων χωρών, όπως η Ελλάδα. Ο τρίτος παράγοντας είναι η αρνητική δημοσιότητα και η καλλιεργούμενη πεποίθηση ότι η Ελλάδα οδεύει προς χρεοκοπία. Ακόμη και ο έλληνας πρωθυπουργός υιοθέτησε κάποια στιγμή τη φιλολογία αυτή.
»Τέλος, η Ε.Ε. από τη μια ενορχηστρώνει αυτή τη "στοχοποίηση" και από την άλλη δηλώνει ότι δεν θα υπάρξει στήριξη ή βοήθεια. Αυτό ήταν βούτυρο στο ψωμί των κερδοσκόπων. Ολη αυτή η "επίθεση" ξεκίνησε αρχικά με σκοπό την πίεση -με τη βοήθεια των αγορών- για να αποδεχτεί η Ελλάδα τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Η κατάσταση, όμως, άρχισε να φεύγει εκτός ελέγχου και να γίνεται η Ελλάδα μέρος ενός ευρύτερου παιχνιδιού, ενδοευρωπαϊκά (η Γερμανία πιέζει το Νότο της Ε.Ε. για χαμηλότερους μισθούς, διευκολύνοντας τη δική της θέση) αλλά και παγκόσμια, όταν με αφορμή την Ελλάδα εδραιώνεται η αντίληψη ότι το ευρώ είναι πιο ευάλωτο από το δολάριο και ότι η Ε.Ε. πάσχει από εσωτερική ασυμμετρία».
Στη συνέχεια ο Γ. Δραγασάκης απάντησε στην προσφιλή καραμέλα περί εχθρών της Ελλάδας: «Οταν αρχίζει ένα κερδοσκοπικό παιχνίδι, δεν έχει πατριωτικά ούτε εθνικά όρια. Επισημαίνω ότι αυτό που έγινε με την Ελλάδα δεν έχει να κάνει με το ότι κάποιοι ξένοι μας μισούν. Γίνεται με την κάθε οικονομία, την κάθε χώρα η οποία αποδεικνύεται ευάλωτη. Σας θυμίζω ότι κερδοσκοπικό παιχνίδι παίχτηκε ακόμα και σε βάρος της στερλίνας το 1992. Αλλωστε στη θέση της Ελλάδας τώρα μπαίνουν η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιρλανδία, παρότι την τελευταία τη χαϊδεύουν οι αγορές επειδή μείωσε τους μισθούς».
Ο Γιάννης Μηλιός ανέλυσε πώς ξεκίνησε η κρίση στις ΗΠΑ του Μπους με τα στεγαστικά δάνεια-φούσκες που δόθηκαν σε δανειολήπτες αναξιόπιστους, με μόνη εγγύηση την ολοένα και αυξανόμενη τιμή των κατοικιών, μέχρι που οι τιμές αυτές κατέρρευσαν μαζί με τους χρηματοπιστωτικούς εγγυητές των δανείων.
Γ. Μ.: «Στην Ελλάδα έχουμε το εξής παράδοξο: Οταν ο δανεισμός κατευθύνεται στις επιχειρήσεις δεν θεωρείται κακός. Τα νοικοκυριά τα σπρώξανε, με κρατική πολιτική, σε όλο και μεγαλύτερο δανεισμό, με τα στεγαστικά, τα καταναλωτικά κ.λπ. Στο κράτος όμως θεωρείται θανάσιμο αδίκημα ο υψηλός δανεισμός. Αυτό ασφαλώς είναι αντιφατικό. Είναι η πολιτική Χούβερ στις ΗΠΑ του '30, που την είδαμε στη μεγάλη κρίση, απέναντι στην πολιτική Ρούσβελτ, που έλεγε ότι στην κρίση ο δημόσιος δανεισμός πρέπει να αυξάνει για να καλύψει μέρος της ελλείπουσας ζήτησης και δαπάνης συνολικά, και ότι το θέμα της μείωσής του θα μπει μετά το τέλος της κρίσης.
»Αυτή είναι κοινωνικά αλλά και οικονομικά σαφώς πιο αποτελεσματική πολιτική, με την έννοια ότι δεν αφήνει τις οικονομίες να μπουν σε παρατεταμένη ύφεση. Η πολιτική όμως της Ε.Ε. είναι η πολιτική Χούβερ, δηλαδή πάνω απ' όλα "υγιείς προϋπολογισμοί" και μετά βλέπουμε. Αυτά λέει και το Σύμφωνο Σταθερότητας, παρότι δεν τηρείται σχεδόν από καμιά χώρα αυτή τη στιγμή. Αυτή η συγκεκριμένη πολιτική της Ε.Ε. δημιουργεί ένα οικονομικό περιβάλλον εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές που εναποθέτει στις χρηματαγορές το ρόλο του ελέγχου, της επιβράβευσης ή της τιμωρίας οποιωνδήποτε οικονομικών δρώντων παραγόντων, δηλαδή επιχειρήσεων, ασφαλιστικών ταμείων, δήμων και κρατών. Μόνο στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής οι χρηματαγορές αποκτούν αυτόν τον τεράστιο ρόλο και ρυθμίζουν τα spreads κ.λπ.
»Δεν πρόκειται για τη μία ή την άλλη χώρα απέναντι στις χρηματαγορές, αλλά κυρίως πρόκειται για ζητήματα που αφορούν και το εσωτερικό της κάθε χώρας. Για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο πλαίσιο αυτής της ρύθμισης, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος αυτού που ονομάζουμε νεοφιλελευθερισμός, δανείζει στην Ελλάδα τις εμπορικές τράπεζες με 1% και αυτές δανείζουν το Δημόσιο με πολύ μεγαλύτερο επιτόκιο, 5% και 6%, ανάλογα με το πόσο είναι το spread κάθε φορά. Μόνο αν παρθούν τα μέτρα τού απευθείας δανεισμού, των κρατικοποιήσεων κ.λπ. θα καταρρεύσει το μοντέλο Χούβερ και θα έρθει ένα μοντέλο Ρούσβελτ στη θέση του. Οσο για τα άδεια ταμεία του Γ. Λοβέρδου, σημειώνω ότι η Ιαπωνία έχει 200% χρέος αλλά κανείς δεν συζητάει για κατάρρευση, ενώ η Ισπανία που έχει "μόνο" 60% ήδη τοποθετείται δίπλα στην Ελλάδα. Οι αριθμοί δεν είναι θέσφατο και η αλλαγή πολιτικών σπάει τα μοντέλα διαχείρισης».
Χρέη και άνοδος των spreads
Οπως τόνισε ο Γ. Μηλιός, θέλουν απλά να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία τώρα που οι εργαζόμενοι είναι πιο ανασφαλείς και η κοινωνία τρομοκρατημένη: «Το 2009 η ευρωζώνη είχε μείωση στο ΑΕΠ -5%, ενώ η Ελλάδα είχε μόνο -1,5%. Η κρίση δηλαδή είναι μικρότερη σε επίπεδο γενικής οικονομίας -οι Βαλτικές Δημοκρατίες τότε είχαν γύρω στο -11%. Αν πάρουμε λοιπόν το τι συμβαίνει στην οικονομία, γενικά με δείκτη το ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ, η κρίση είναι μικρότερη στην Ελλάδα. Αυτά τα τελευταία 10 χρόνια υπήρξε μια σύγκλιση της Ελλάδας με το μέσο όρο της Ε.Ε., η οποία και συνεχίζεται. Οταν λοιπόν μιλάμε για κρίση της χώρας δεν είναι μόνο η κρίση των δημόσιων οικονομικών, είναι και η πτώση της κερδοφορίας, η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης κ.ο.κ. Η ευρωζώνη όμως είναι ένας σχετικά συνεκτικός οικονομικός χώρος με διαφορές ανάλογες αυτών που έχουν οι πολιτείες στις ΗΠΑ. Ενας χώρος που μπορεί να απορροφήσει κρίσεις».
Ο Γ. Δραγασάκης πρόσθεσε ότι η εκτίναξη του ελλείμματος στο 12,5% δεν ήταν ο καθοριστικός παράγοντας για την άνοδο των spreads. Τα spreads ανέβηκαν κυρίως λόγω της εισόδου της κρίσης στο στάδιο των χρεών. Πρόκειται για διεθνή τάση. Οι αγορές έκριναν ότι μια και τα κράτη μάζεψαν τις ζημιές των τραπεζών και του ιδιωτικού τομέα, τώρα τα ίδια έγιναν εστίες κινδύνου. «Οσο για το ασφαλιστικό», συνέχισε ο Γ. Δ., «τόσο η Ε.Ε. όσο και το ΔΝΤ μιλούσαν για μακροχρόνιο πρόβλημα βιωσιμότητας που θα εμφανιστεί κυρίως μεταξύ του 2020 και 2030. Τι άλλαξε λοιπόν και αντί να ψάχνουμε τρόπους για να καλύψουμε τη μελλοντική τρύπα πρέπει -εδώ και τώρα- να αποδομήσουμε το ασφαλιστικό σύστημα προς το "ιδιωτικότερο"; Αν δεν είναι αυτή η στόχευσή τους, τότε η λύση είναι να γίνει, έστω και τώρα, σοβαρή συζήτηση για την εξεύρεση ενός αποθεματικού πόρου τροφοδοτούμενου όχι μόνο με φορολογικά αλλά και με άλλα έσοδα. Ζητούν, όμως, τη δομική αλλαγή του συστήματος κι όχι την επίλυση των χρόνιων προβλημάτων του. Εξοδος όμως από την κρίση δεν γίνεται με περιοριστικές πολιτικές. Πρέπει να δημιουργηθεί ζήτηση, να δημιουργηθεί απασχόληση και κυρίως πρέπει να δημιουργηθεί νέο εισόδημα. Πρέπει να βρούμε τρόπους ο δανεισμός που θα χρειαστούμε να είναι φτηνός.
»Για τα 8 δισ. που δανείστηκε η κυβέρνηση η οικονομία θα πληρώσει 2,5 δισ. τόκους στην πενταετία. Επομένως το πρόβλημα ήταν και είναι με ποιον τρόπο θα αποφύγουμε την εξαντλητική πίεση των αγορών. Η δική μου θέση είναι ότι από τη στιγμή που μια χώρα έχει εκχωρήσει το εθνικό της νόμισμα σε κάποιο θεσμό, ο θεσμός αυτός πρέπει να λειτουργήσει ως θεσμός δανεισμού τελευταίας καταφυγής. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε είναι αποπροσανατολισμός, πλήρης υποχώρηση, απουσία γραμμής άμυνας από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ όταν δεν θέτει με σαφήνεια ότι χρειάζεται υποστηρικτικό πλαίσιο από την Ε.Ε. όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για όλες τις χώρες».
Τις συνέπειες δηλαδή της επιλογής ενιαίου νομίσματος τις αρνούνται τα ίδια τα κράτη που το συναποφάσισαν, όπως η Γερμανία, παρατηρήσαμε. «Η αυθόρμητη λειτουργία των αγορών δημιουργεί κέρδη και ζημιές, και ο τρόπος που χτίστηκε η ΟΝΕ δεν είναι ουδέτερος, προσιδιάζει στα συμφέροντα των ισχυρών και ειδικότερα του μεγάλου κεφαλαίου της Γερμανίας», παρατήρησε ο Γ. Δ. «Αυτό συντονίζεται βεβαίως με τα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατικών μερίδων όλων των χωρών που βλέπουνε το μοντέλο αυτό σαν μέσο για περαιτέρω αναδιανομή», συμπληρώνει ο Γ. Μηλιός.
Γ. Δ.: «Παράλληλα χρειάζονται και εσωτερικές στρατηγικές ανάπτυξης, παραγωγικής ανασυγκρότησης, σταδιακής μείωσης του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ, αλλά και μετατροπής μέρους του εξωτερικού χρέους σε εσωτερικό, γεγονός που απαιτεί την αναδιανομή, για να υπάρξει αύξηση της εσωτερικής αποταμίευσης.
»Η ανάγκη της αναδιανομής υπάρχει και στο διεθνές σύστημα. Τα spreads είναι η διαφορά επιτοκίου με το οποίο δανείζεται μια χώρα, π.χ. η Ελλάδα, σε σύγκριση με μια άλλη χώρα, π.χ. την Γερμανία. Τα spreads λοιπόν ανεβαίνουν στην Ελλάδα κατά ένα μέρος επειδή πέφτουν εκείνα της Γερμανίας και το αντίστροφο. Υπάρχει επομένως ανάγκη μιας αναδιανομής έστω κι αν τη συζήτηση αυτή δεν τη θέλουν βεβαίως οι κερδισμένοι αυτής της υπόθεσης. Ο φόρος Τόμπιν, ή κάποιος παγκόσμιας φόρος για τις τράπεζες ή κάποιος άλλος μηχανισμός, ακόμη πιο ριζοσπαστικής αναδιανομής, πρέπει να συζητηθεί με ζωηρή πάντοτε την παρουσία της αριστεράς».
Η επιλογή της αριστεράς
Γ. Δ.: «Ερχομαι τώρα στο ερώτημα, τι μπορεί να γίνει; Το πρόβλημα, όπως το περιγράψαμε, έχει δύο σκέλη. Το πρώτο είναι το εσωτερικό, δηλαδή η ελληνική οικονομία και κοινωνία, ο τρόπος ανάπτυξης και αναδιανομής. Ομως, το δεύτερο σκέλος είναι η ευρωπαϊκή διάσταση. Αφ' ενός δεν υπάρχει μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης, αλλά η κάθε χώρα καλείται να τα βγάλει πέρα με τα δικά της μέσα. Αυτό είναι πηγή μεγάλων ανισοτήτων. Αφ' ετέρου το κοινό νόμισμα δεν συνοδεύεται από κοινούς μηχανισμούς δανεισμού (π.χ. ευρωομόλογο) και αλληλεγγύης.
»Με δεδομένο λοιπόν ότι η ευρωπαϊκή νομισματική ολοκλήρωση έχει αυτό το μονεταριστικό χαρακτήρα (ενιαίο νόμισμα χωρίς πολιτικές αντιστάθμισης των ασύμμετρων κινδύνων), οι λύσεις είναι δύο: Ή αποχωρεί μια χώρα που έχει αυτά τα προβλήματα από το ευρώ και ασκεί δική της πολιτική ή αλλάζουν οι συνθήκες και οι κανόνες της Ε.Ε. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει δανειστής της τελευταίας καταφυγής, το γεγονός ότι υπάρχει ένα Σύμφωνο Σταθερότητας το οποίο δρα μόνο ως μηχανισμός ελέγχου και πειθαρχίας της ανάπτυξης, αλλά δεν υπάρχει μηχανισμός προστασίας όταν χρειάζεται, αυτά τίθενται σαν ζητήματα για αλλαγές. Η επιλογή της αριστεράς δεν μπορεί να είναι φυσικά επιστροφή στο καθεστώς της δραχμής. Πέρα από άλλους λόγους, ιδεολογικούς αλλά και στρατηγικούς, μια τέτοια επιστροφή θα είχε όλα τα αρνητικά χωρίς τα θετικά που είχε σε άλλες εποχές».
«Θα οδηγούσε στην πλήρη απόσυρση των χρηματαγορών από την ελληνική οικονομία, με φοβερές επιπτώσεις», παρατήρησε ο Γ. Μ.
Γ. Δ.: «Μιλάμε για τη διεκδίκηση αλλαγής των συνθηκών, πριν απ' όλα του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας, και τίθεται ένα θέμα διαπραγμάτευσης και συντονισμού με άλλες χώρες που έχουν ομοειδή προβλήματα. Εφόσον οι κυβερνήσεις δεν το κάνουν αυτό, θα πρέπει η πρωτοβουλία να περάσει σε επίπεδο κοινωνίας, κινημάτων, συνδικάτων, διανοουμένων αλλά και των κομμάτων. Ο κίνδυνος είναι ορατός και μεγάλος. Είτε να μην αλλάξουν οι αποτυχημένοι κανόνες, με αποτέλεσμα τα προβλήματα να γίνουν εκρηκτικά, είτε να αλλάξουν σε ακόμη πιο συντηρητική κατεύθυνση, οπότε τα πράγματα θα γίνουν ακόμη χειρότερα, όχι μόνο για μας αλλά για την πλειοψηφία των λαών και των εργαζομένων της Ευρώπης.
»Την επιθετικότητα ορισμένων πολιτικών αλλά και γραφειοκρατών ενάντια στην Ελλάδα, εγώ εν μέρει την ερμηνεύω ότι δεν θέλουν να αναγνωρίσουν ότι αυτό που οικοδόμησαν, απέτυχε. Η κρίση σήμερα αποκαλύπτει την αδυναμία των υφιστάμενων κανόνων. Η κρίση όμως λειτουργεί και ως εφαλτήριο για να αλλάξουν οι κανόνες. Αυτό το αρνούνται προς το παρόν αλλά η δύναμη των γεγονότων, πιστεύω, θα επιβεβαιώσει ότι η κρίση είναι βαθιά. Το θέμα, όμως, είναι η αλλαγή να γίνει σε προοδευτική και όχι σε συντηρητική κατεύθυνση».
Γ. Μ.: «Οταν ξέσπασε η κρίση ήταν πολύ σαφές στην κοινωνία ότι είχαμε ένα σύστημα διαχείρισης των προβλημάτων που είχε φτάσει σε αποτυχία. Το κόμμα της γερμανικής αριστεράς έλεγε, κρατικοποίηση όλου του τραπεζικού συστήματος, εμείς λέγαμε άμεσα δημιουργία ενός δημόσιου πυλώνα στο τραπεζικό σύστημα. Αυτό ήταν εφικτό, και αν το κράτος μετοχοποιούσε τη στήριξη που τους έδωσε θα εξασφάλιζε τον κεντρικό πυρήνα των τραπεζών.
»Εκείνη την εποχή στην κοινωνία ήταν πιο καθαρή η ιδέα ότι ο φιλελευθερισμός έχει αποτύχει. Από τις εξαγγελίες Ομπάμα ως αντιπολίτευσης αυτές οι απόψεις γινόντουσαν ακόμη πιο ισχυρές με την έννοια ότι το ίδιο το σύστημα κι όχι μόνο η αριστερά αναγνώριζε την αποτυχία του προηγούμενου μοντέλου. Με την κρίση όμως των χρεών έχουν βρεθεί οι τράπεζες στο απυρόβλητο και μας λένε ότι "για να σωθείτε βαθύνετε το παλιό σύστημα που οδήγησε στην κρίση". Μοιάζει εξτρεμισμός το να πεις τώρα κρατικοποίηση όλου του τραπεζικού συστήματος που θα επιτρέψει και έλεγχο επιτοκίων κι άλλες πολιτικές. Οικονομία, όμως, δεν είναι να αυξάνει ο πλούτος της χώρας κατά 50% και το 90% των πολιτών να μην το αντιλαμβάνεται και να χειροτερεύει η θέση του. Χρειάζεται μια αντίληψη με άλλες προτεραιότητες, που θα γίνει τώρα, μέσα στην κρίση.
»Εξάλλου αν είχαμε ντόμινο με πραγματικές χρεοκοπίες χωρών τότε θα έμπαινε ζήτημα αλλαγής μοντέλου. Μια εναλλακτική στρατηγική θα πρέπει να έχει οπωσδήποτε την απασχόληση στον άξονα της στόχευσής της, μια απασχόληση στην οποία θα παίζει ρόλο ο δημόσιος τομέας, σε μια άλλη αντίληψη και προοπτική, με δημόσιο έλεγχο του δημόσιου αγαθού. Μιας οικονομίας που θα προτάσσει τις κοινωνικές ανάγκες έναντι του κέρδους».
Γ. Δ.: «Εμείς προειδοποιούσαμε ότι πρέπει να υπάρξει πολυετές προοδευτικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Ενα πρόγραμμα που θα επέτρεπε χρονική ιεράρχηση των μέτρων, εκτίμηση και αντιμετώπιση των κινδύνων και των παρενεργειών, τη συνδυασμένη αντιμετώπιση της οικονομικής αλλά και της οικολογικής κρίσης και της κλιματικής αλλαγής.
»Πολιτικές, που μας πιέζουν να εφαρμόσουμε, για τις οποίες διαμορφώνεται ήδη μια συναίνεση με τη στήριξη από ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. και ΛΑΟΣ, δεν οδηγούν στην έξοδο από την κρίση. Αντίθετα, οι εμπνευστές τους θέλουν να αξιοποιήσουν την κρίση για να επιβληθεί μια βαθύτερη προσαρμογή στο νεοφιλελεύθερο πρότυπο, το οποίο ωστόσο είναι εκείνο που κατ' εξοχήν ευθύνεται για την κρίση. Γι' αυτό και βλέπετε αυτοί που λένε να μειώσουμε τους μισθούς 10% ή 20%, βάζουν μετά τελεία. Δεν συνεχίζουν να πουν ποιες θα είναι οι συνέπειες αυτών των μέτρων, το αποσιωπούν αυτό, διότι οι συνέπειες μπορεί να είναι δραματικές. Γι' αυτό και χρειάζεται καθολική αντίσταση σε αυτά τα μέτρα και στις λογικές από τις οποίες εκπορεύονται».
* Ολόκληρη η συζήτηση στον ιστότοπο του «Ιού», www.iospress.gr.

Δεν υπάρχουν σχόλια: